Αν, για λόγους καθαρά χρηστικούς και οικονομικούς, η χειροτεχνική δραστηριότητα έχει υποχωρήσει τα τελευταία χρόνια, εκείνη η μορφή τέχνης που όχι μόνο δεν κινδυνεύει να χαθεί αλλά αντίθετα γνωρίζει μεγάλη άνθηση είναι η μουσική και ο χορός.
Μέσα από τις μικρές και μεγάλες γιορτές που συμμετέχουν οι κάτοικοι, έρχονται σε επαφή και γίνονται μύστες μιας μεγάλης μουσικής παράδοσης, αποτελούμενη από την κρητική μουσική και τους χορούς της.
Ακολουθώντας κανείς το μίτο της ιστορίας της παραδοσιακής μουσικής των λαών και των μουσικών οργάνων θα περιπλανηθεί από την Αφρική, την Ευρώπη, τη Μεσόγειο, τα Βαλκάνια, την Κεντρική Ασία ως την μακρινή και απέραντη Κίνα και θα παρατηρήσει πως, παρ’όλη τη διαφορετικότητά τους, οι λαοί των συγκεκριμένων περιοχών έχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά: το μεράκι για δημιουργία, την ανάγκη τους να εκφραστούν και να επικοινωνήσουν μεταξύ τους μέσα από τους δρόμους της μουσικής.
Η κρητική μουσική παράδοση, θεωρείται η πιο ζωντανή στον ελλαδικό χώρο γιατί, όχι μόνο συνεχίζει να εξελίσσεται και να ενσωματώνει δημιουργικά σύγχρονα μουσικά στοιχεία, αλλά παράλληλα καταφέρνει να εκφράζει και να σχολιάζει με ζωντανό τρόπο τη σημερινή πραγματικότητα. Ο αυτοσχεδιασμός είναι ένα από τα χαρακτηριστικά των κρητικών μουσικών. Ειδικά στη διάρκεια των διαφόρων εορτών και πανηγυριών, οι μουσικοί δεν περιορίζονται στην τυπική επανάληψη των βασικών μουσικών μελωδιών αλλά εμπλουτίζουν το παίξιμό τους με αυτοσχεδιασμούς που συνοδεύουν τους χορευτές σε αντίστοιχους χορευτικούς αυτοσχεδιασμούς.
Οι ρίζες των σύγχρονων πολιτιστικών εκδηλώσεων πρέπει να αναζητηθούν στις εορτές και τα πανηγύρια τα οποία διοργανώνονταν στην ύπαιθρο της Κρήτης, με αφορμή κυρίως θρησκευτικές εορτές ή ιστορικές επετείους. Σε όλα σχεδόν τα χωριά της περιοχής, με πρωτοβουλία των πολιτιστικών συλλόγων ή μεμονωμένα εξακολουθούν να διοργανώνονται πανηγύρια τα οποία αποτελούν αφορμή συνεύρεσης του τοπικού πληθυσμού, ενώ παράλληλα συμβάλουν στη διατήρηση των εθίμων και των παραδόσεων του τόπου.
Λύρα, λαγούτο, μπουλγαρί, χαμπιόλι, ασκομαντούρα...
Τα βασικά όργανα που χρησιμοποιούνται στην κρητική μουσική είναι η λύρα και το λαούτο. Στην ανατολική και Δυτική Κρήτη είναι επίσης διαδεδομένη η χρήση του βιολιού αντί της λύρας. Σε πολλές περιπτώσεις το «μπουλγαρί» συμπληρώνει το λαούτο στη συνοδεία της λύρας.
Το μαντολίνο επίσης χρησιμοποιείται συχνά και ειδικά στις «καντάδες» (πρόκειται για αυθόρμητες μουσικές εκφράσεις που πολλές φορές περιφέρονται στους δρόμους των χωριών και χρησιμοποιούν κυρίως ερωτικούς στίχους).
Σημαντική θέση, στη μουσική παράδοση της Κρήτης, έχουν τα πνευστά όπως το «χαμπιόλι» (η κρητική φλογέρα) και η «ασκομαντούρα» που είναι ο αρχαίος «άσκαυλος».
Χοροί
Οι βασικοί κρητικοί χοροί είναι ο Πεντοζάλης (έχει τις ρίζες του στον αρχαίο «πυρρίχιο» χορό), ο Μαλεβιζιώτης, η Σούστα, ο Σιγανός και ο Χανιώτης (συρτός). Εάν σας δωθεί η ευκαιρία να βρεθείτε σε πανηγύρι, μην το χάσετε και μη διστάσετε να μπείτε στον κύκλο του χορού, ακόμα κι αν τα βήματα σάς φαίνονται μπερδεμένα. Οι πιο διαδεδομένοι στα πανηγύρια είναι ο Χανιώτης (συρτός), ο Σιγανός και ο Μαλεβιζιώτης (πηδηχτός). Στην Εθιά ειδικά, σώζεται μια τοπική παραλλαγή του πηδηχτού, ο «Εθιανός Πηδηχτός» που θα είστε τυχεροί αν τον πετύχετε να τον χορεύουν οι παλιοί κάτοικοι του χωριού.
Τραγούδια
Η κρητική παραδοσιακή μουσική περιλαμβάνει κατά βάση χορευτικούς σκοπούς. Σε πολλές περιπτώσεις όμως η μουσική συνοδεύει απλά το τραγούδι που διακρίνεται σε δύο βασικές κα- τηγορίες. Η πιο διαδεδομένη είναι αυτή των δίστιχων δεκαπεντασύλλαβων μαντινάδων, κυ- ρίως ερωτικών, που τραγουδιούνται πολύ στις παραδοσιακές γιορτές και καντάδες. Η ευκολία με την οποία οι κρητικοί συνθέτουν μαντινάδες, για κάθε περίσταση, είναι παροιμιώδης.
Η δεύτερη σημαντική κατηγορία είναι τραγούδια της τάβλας τα οποία τραγουδιούνται κυρίως στα χωριά της ρίζας των Λευκών Ορέων στα Χανιά και γι’ αυτό ονομάζονται ριζίτικα. Ανάλογα με το θέμα των στίχων τους διακρίνονται σε ακριτικά, ηρωικά, ιστορικά και του έρωτα.
Ιδιαίτερη είναι επίσης η μουσική φυσιογνωμία και τέχνη της περιοχής των Αστερουσίων, όπου καταξιωμένοι οργανοπαίκτες, ποιητές αλλά και χορευτές μάς κληροδότησαν μια αυθεντική και ποιοτική μουσική παράδοση αλλά και τη γνήσια ταυτότητα όλων των εκδηλώσεων που σχετίζονται με αυτή (παρέα, καντάδα, γλέντι).
Κρητικές μαντινάδες
Oι μαντινάδες είναι δίστιχα με ομοιοκατάληκτους ιαμβικούς δεκαπεντασύλλαβους στίχους που πρωτοεμφανίστηκαν σαν ποιητικό είδος προς τα τέλη του 14ου αιώνα και έκτοτε αρχίζει να καλλιεργείται σε πολλές Ελληνικές περιοχές και ιδιαίτερα στο νησιωτικό χώρο. Στην Κρήτη οι μαντινάδες παρουσιάζουν μεγάλη άνθιση και έχουν καθιερωθεί ως ένα από τα βασικότερα μέσα έκφρασης συναισθημάτων. Οι βασικοί φορείς της μαντινάδας είναι οι λυράρηδες, οι ριμαδόροι αλλά και ο απλός κόσμος.
Η μαντινάδα είναι ένα ποίημα σταθερής μορφής που ολοκληρώνεται σε δύο στίχους. Αυτό το είδος ποίησης είναι εύλογα πολύ δύσκολο, επειδή οι σκέψεις και το συναίσθημα πρέπει να εκφραστούν με πληρότητα μέσα σε ασφυκτικά όρια λέξεων. Οι χασμωδίες και οι επαναλήψεις λέξεων στην ίδια μαντινάδα πρέπει να αποφεύγονται. Αυτός είναι και ο λόγος που οι καλές μαντινάδες είναι λίγες. Για να χαρακτηριστεί ένα δίστιχο μαντινάδα πρέπει να να είναι γραμμένο στην κρητική γλώσσα, να έχει λογικό νόημα, να διαθέτει ποιητικά στοιχεία, όπως πρωτοτυπία, ευρηματικότητα, φαντασία, αλληγορία και να δημιουργεί εικόνες.
Η μαντινάδα είναι η δημοτική ποίηση της Κρήτης, που δεν ζει στα βιβλία αλλά μέσα στο λαό, φυσική και απροσποίητη, αφού έρχεται από τη ζωή του, εκφράζει το χαρακτήρα του, την πνευματική ανάπτυξή του και το ήθος του, με φραστική δύναμη που αναβλύζει απ’ την κρυστάλλινη και πεντακάθαρη πηγή της γλώσσας, δίχως τίποτε το ψεύτικο και το περίτεχνο.
Οι μαντιναδολόγοι ή ριμαδόροι ήταν περιζήτητοι στις παρέες. Όταν στο ίδιο γλέντι τύχαινε να συναντηθούν δύο ή και περισσότεροι ριμαδόροι τότε υπήρχαν φοβερές κόντρες, τα λεγόμενα «ντρακαρίσματα» ή «κοντραρίσματα».
Στα ντρακαρίσματα κάθε μαντινάδα έρχεται σαν απόκρουση ή γελοιοποίηση εκείνης που ειπώθηκε από τον αντίπαλο πρωτύτερα.
Μια στιχομυθία λοιπόν ανάμεσα σε εσάς τους φιλοξενούμενους και τους οικοδεσπότες, θα μπορούσε να είναι:
- Χίλια καλώς το βρήκαμε του φίλου μας το σπίτι,
απού ‘χει τον αυγερινό και τον αποσπερίτη.
Κι εσείς καλώς ορίσετε, χίλια και δυο χιλιάδες
ο κάμπος με τα λούλουδα και με τσι πρασινάδες.
- Χίλια καλώς ορίσανε οι φίλοι οι γι’ εδικοί μας
κι α δε χωρούν στο σπίτι μας, πάνω στην κεφαλή μας.
Στην κεφαλή δε βγαίνομε γιατί θα γκρεμιστούμε,
μονό ‘ρθαμε στο σπίτι σας μιαν τσικουδιά να πιούμε.