Πλησιέστερος οικισμός: Επάνω και Κάτω Αρχάνες

Απόσταση: 7,7 χλμ.

Διάρκεια: 3 ώρες

Συντεταγμένες εισόδου: 35° 15.341’Ν / 25° 8.672’Ε (Ανεμόσπηλια)

Συντεταγμένες εξόδου: 35° 14.195’Ν / 25° 9.239’Ε (Επάνω Αρχάνες - περιφεριακός)

Είδος μονοπατιού: Χαραγμένο μονοπάτι με σήμανση

Βαθμός δυσκολίας: Μέτριος

Προτεινόμενη περίοδος: Όλο το χρόνο

Τουριστικές εξυπηρετήσεις: Θα βρείτε τα πάντα στον οικισμό των Επάνω Αρχανών

Από τον περιφερειακό δρόμο Αρχανών στρίβετε δεξιά στο δρόμο όπου υπάρχει πινακίδα «Βασιλειές». Προχωράτε προσεκτικά το στενό ανηφορικό δρόμο με πολλές απότομες στροφές μέχρι τον αρχαιολογικό χώρο «Ανεμόσπηλια» όπου διαμορφώνεται μικρός χώρος στάθμευσης. Στον περιφραγμένο αρχαιολογικό χώρο Ανεμόσπηλια δεν μπορείτε να μπείτε, παρά μόνο αν έχει προηγηθεί συνεννόηση με την αρμόδια αρχαιολογική υπηρεσία (τηλ.: 2810 752712 - Αρχαιολογική Συλλογή Αρχανών). Από εκεί ξεκινάει το μονοπάτι που θα ακολουθήσετε μέχρι την κορυφή του Γιούχτα.

Η διαδρομή ακολουθεί το δυτικό πρανές του ανθρωπόμορφου βουνού. Λίγο πριν την κορυφή (περίπου στο ύψος όπου βρίσκεται η κεραία τηλεπικοινωνιών) διακρίνονται τα απομεινάρια από το μινωικό ιερό κορυφής. Συνεχίζετε μέχρι το εκκλησάκι του Αφέντη Χριστού από όπου απολαμβάνετε την πανοραμική θέα προς όλη την περιοχή του Ηρακλείου. Από εκεί ξεκινάει δεύτερο μονοπάτι, διαρκώς κατηφορικό που ακολουθεί την ανατολική πλευρά του Γιούχτα και καταλήγει στον περιφερειακό δρόμο των Αρχανών (σημείο όπου υπάρχει πινακίδα «Αφέντης Χριστός»). Σημειώστε ότι θα πρέπει να έχετε από πριν μεριμνήσει να αφήσετε ένα αυτοκίνητο στο σημείο τερματισμού του σημείου όπου θα καταλήξετε, διότι η αφετηρία και ο τερματισμός έχουν αρκετή απόσταση μεταξύ τους έτσι που, πεζοπορώντας, μπορεί να χρειαστείτε πάνω από 1 ώρα σε άσφαλτο.

  Κατεβάστε το KML αρχείο της διαδρομής στη συσκευή σας:  (kml) Ανεμόσπηλια - Γιούχτας - Αρχάνες

Ανεμόσπηλια

Σημαντικό σταθμό στην ιστορία των Αρχανών αποτέλεσαν τα Ανεμόσπηλια. Στη θέση αυτή, στη βόρεια πλαγιά του όρους Γιούχτας, με οπτική προς τη ∆ίκτυ, την Ίδη και όλα τα μεγάλα και μικρά κέντρα της βόρειας ακτής, βρέθηκε το 1979 από τους Γ. και Ε. Σακελλαράκη ένα μοναδικό μέχρι σήμερα ιερό της μινωικής Κρήτης. Πρόκειται για το ένα από τα τέσσερα ιερά που βρίσκονται στο Γιούχτα. Είναι ένα ορθογώνιο κτήριο με τρία δωμάτια, διάδρομο μπροστά και περίβολο. Περιείχε πλήθος λατρευτικών και αποθηκευτικών σκευών. H ζωή του κτηρίου στα Aνεμόσπηλια διήρκησε μόνο μισό αιώνα. Καταστράφηκε ξαφνικά από σεισμό στα μέσα του 17ου αι. π.X.

Επισκεψιμότητα: Ναι - Είτε με αυτοκίνητο και πεζοπορία από το σημείο στάθμευσης είτε με πεζοπορία από τον οικισμό των Πάνω Αρχανών ή από τον αρχαιολογικό χώρο Ανεμόσπηλια. Στον περιφραγμένο αρχαιολογικό χώρο Ανεμόσπηλια δεν μπορείτε να μπείτε, παρά μόνο αν έχει προηγηθεί συνεννόηση με την αρμόδια αρχαιολογική υπηρεσία (Τηλ.: 2810 752712 - Αρχαιολογική Συλλογή Αρχανών). 

ΤΟ ΚΤΙΡΙΟ

Οι αρχαιολόγοι ανέσκαψαν εδώ ένα κτίριο με τουλάχιστον τέσσερις χώρους, που δεν αποκλείεται να συνοδεύονταν και από άλλους βοηθητικούς. Πρόκειται για μια ισχυρότατη κατασκευή με παχείς τοίχους οι οποίοι καλύφθηκαν από λευκό ή κόκκινο κονίαμα που διατηρείται σε ορισμένα σημεία. Λαξευτός πωρόλιθος χρησιμοποιήθηκε στα κατώφλια και τις παραστάδες.

Το κτίριο είναι ορθογώνιο και αποτελείται από τρία ισομεγέθη κλειστά δωμάτια στο νότο και ένα μακρύ διάδρομο στο βορρά που καλύπτει το πλάτος των τριών δωματίων. O χώρος οριοθετείται με περίβολο και έχει ερμηνευθεί ως ιερό, στο κεντρικό δωμάτιο του οποίου υπήρχε το ξόανο της θεότητας.

Ο τύπος του κτιρίου είναι γνωστός από έργα τέχνης με απεικόνιση τριμερών ιερών, όπως τα χρυσά ελάσματα από τις Μυκήνες και το Βόλο, το λίθινο ρυτό της Ζάκρου και το δαχτυλίδι των Αρχανών. Οι παραστάσεις αυτές εικονίζουν ελεύθερα ιερά σε πλαγιές βουνών, που αργότερα ως τύποι μεταφέρονται σε οικιστικά σύνολα, όπως αυτά του Βαθύπετρου και του ανακτόρου της Κνωσού.

Στον προθάλαμο, σύμφωνα με τους ερευνητές, θα γίνονταν οι προετοιμασίες των λατρευτικών πράξεων γεγονός που μαρτυρείται από την ανεύρεση περίπου 150 αγγείων διαφόρων σχημάτων, ανάμεσα στα οποία κι ένα σημαντικό κύπελλο κοινωνίας, καθώς και πίθοι, τριπτήρες και χύτρες. Οι πίθοι, μερικοί από τους οποίους έχουν εγχάρακτα σημεία γραφής, χρησιμοποιούνται στα ιερά όχι μόνο για τη φύλαξη υφασμάτων, αλλά ακόμη και για υγρές και στερεές τροφές που ήταν απαραίτητες στις ιεροπραξίες. Στην παρασκευή τους χρησιμοποιήθηκαν τόσο οι χύτρες όσο και οι τριπτήρες. Θρανία στον προθάλαμο χρησίμευαν όχι μόνο σαν καθίσματα αλλά και για την εναπόθεση σκευών. Μια λίθινη κατασκευή στην είσοδο κεντρικού δωματίου, μπροστά από τη δίφυλλη ξύλινη θύρα προοριζόταν πιθανόν για σπονδές ή για καθαρμούς.

Το κεντρικό δωμάτιο ήταν ασφυκτικά γεμάτο από τα μεγαλύτερα σκεύη του ναού. Εκτός από τα πιθάρια που βρίσκονταν κατά μήκος των τοίχων όλο το δάπεδο ήταν γεμάτο από αγγεία, εκτός από το νότιο και νοτιοδυτικό τμήμα. Στο δωμάτιο αυτό ήρθε στο φως ένα σημαντικό εύρημα. Πρόκειται για ένα ζευγάρι πήλινων ποδιών σε υπερφυσικό μέγεθος, με τελειωμένη την άνω επιφάνεια που σχηματίζει τόρμο. Γύρω από τα δύο πόδια βρέθηκε πυκνό στρώμα στάχτης από καμένο ξύλο, που επέτρεψε την ερμηνεία των ποδιών σαν λειψάνων μεγάλων ξύλινων «ακρολιθικών» αγαλμάτων, δηλαδή ειδώλων που είχαν τα άκρα τους από άλλες ύλες. Η τεχνική του ακρόλιθου είναι γνωστή στο Αιγαίο από τα νεολιθικά χρόνια και στην Κρήτη από τη Μεσομινωική ιδιαίτερα περίοδο. Σύμφωνα με τον ανασκαφέα το ξόανο θα δέσποζε στο κεντρικό δωμάτιο του ναού των Αρχανών, δίπλα στον αλάξευτο βράχο που επίτηδες άφησαν στο δωμάτιο για να αντιπροσωπεύει την «ιερή γη». Τα αγγεία που βρέθηκαν δεξιά και αριστερά δηλώνουν τις προσφορές που έγιναν στο λατρευτικό άγαλμα μετά τις ιεροπραξίες σε χωριστούς χώρους, τόσο τις αιματηρές όσο και τις αναίμακτες. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε ένα αγγείο βρέθηκαν απανθρακωμένοι καρποί. Ίσως οι τελευταίες προσφορές να έγιναν πάνω στον αλάξευτο βράχο.

Σύμφωνα με τις ενδείξεις οι αναίμακτες τελετουργίες γίνονταν στο ανατολικό ευρύχωρο δωμάτιο, με μια βαθμιδωτή κατασκευή λαξευμένη στο βράχο που πιθανότατα είχε το χαρακτήρα βωμού. Κάνιστρα, προχοΐδες διαφόρων σχημάτων, τρία καλυκωτά ποτήρια είναι μερικά από τα αντικείμενα που βρέθηκαν στο χώρο. Η αιτία καταστροφής του κτιρίου, δηλαδή ένας δυνατός σεισμός που συνέβη στο α΄ μισό του 17ου αι. π.Χ., δίνει μια πιθανή ερμηνεία για τα ευρήματα στο δυτικό δωμάτιο του ναού.

Εδώ βρέθηκαν τα σκελετικά κατάλοιπα δύο ανθρώπινων σκελετών των οποίων οι συνθήκες θανάτου σχετίζονται άμεσα με την πτώση λίθων και ξύλων της στέγης και με την πυρκαγιά που ακολούθησε. Επιπλέον επάνω σε τραπεζοειδή κατασκευή, σχήματος βάθρου από πέτρες και πηλό που υψώνεται επάνω από το στρωμένο με κονίαμα δάπεδο βρέθηκαν τα σκελετικά κατάλοιπα τρίτου ατόμου. Στην περίπτωση αυτή ο θάνατος προήλθε από πλήγμα που δέχθηκε το θύμα με την κόψη του όπλου, το όποιο σύμφωνα με τους ανασκαφείς, είναι αποτέλεσμα ανθρωποθυσίας, σπάνια, αλλά όχι ανύπαρκτη τελετουργία στην μινωική Κρήτη. Ένας τέταρτος νεκρός αποκαλύφθηκε, τέλος, στον προθάλαμο ο οποίος είχε καταπλακωθεί προσπαθώντας να απομακρυνθεί από το κτίριο. 


Γιούχτας

Το Οικολογικό - Αρχαιολογικό Πάρκο Γιούχτα συνθέτουν το Όρος Γιούχτας και τα φαράγγια Κνωσανό (Αγίας Ειρήνης), Αστρακιανό και Κουναβιανό.

Ο Γιούχτας είναι ένα εξ ολοκλήρου ασβεστολιθικό βουνό. Τα πετρώματά του είναι παλαιότερης ηλικίας από αυτά της ευρύτερης περιοχής. Δημιουργήθηκε πριν από εκατομμύρια χρόνια, κατά την Κρητιδική περίοδο (145-68 εκατ. χρόνια πριν), ενώ γύρω του υπάρχουν ιζήματα πιο πρόσφατα, της πλειοκαινικής περιόδου (5,3-1,6 εκατ. χρόνια πριν).

Βρίσκεται σε απόσταση 3 χλμ. δυτικά των Αρχανών και 18 χλμ. νότια από την πόλη του Ηρακλείου. Έχει συνολική έκταση 4.000 στρεμμάτων και το σχήμα του είναι επίμηκες με κατεύθυνση από Βορρά προς Νότο. Η υψηλότερη κορυφή του είναι 811 μέτρα. Οι δυτικές πλαγιές είναι απόκρημνες με κλίση μέχρι και 100%, ενώ οι ανατολικές ομαλότερες με κλίση έως 50%. Μέχρι σήμερα είναι γνωστά έντεκα σπήλαια στον Γιούχτα, από τα οποία έχουν εξερευνηθεί και χαρτογραφηθεί μερικώς το Χωστό Νερό και ο Σπήλιος του Στραβομύτη.

Στο βόρειο-βορειοανατολικό τμήμα της περιοχής εντοπίζεται ένας χείμαρρος με σχετικά πλούσια παρόχθια βλάστηση και ένα μικρό φαράγγι.

Η περιοχή περιλαμβάνεται στο Ευρωπαϊκό Δίκτυο Φύση (Natura) 2000 για τη ‘‘Διατήρηση των φυσικών οικοτόπων, καθώς και της άγριας χλωρίδας και πανίδας’’ και θεωρείται Σημαντική Περιοχή για τα Πουλιά (ΣΠΠ) της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Προστατεύεται επίσης ως ‘‘Αρχαιολογικός Τόπος’’ και ‘‘Τοπίο Ιδιαίτερου Φυσικού Κάλλους’’.

Περιβάλλεται από εκτεταμένες καλλιέργειες αμπελιών και ελαιόδεντρων. Η επίδραση του ανθρώπου στο φυσικό περιβάλλον της περιοχής (υλοτομία, εκχέρσωση, καλλιέργειες, φωτιά) είχε ως αποτέλεσμα τη δραστική αλλαγή της φυσιογνωμίας της περιοχής, αν και κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα πώς ήταν η περιοχή πριν ο άνθρωπος αρχίσει τις επεμβάσεις του. Οι μοναχικές βελανιδιές, που υπάρχουν πολύ αραιά σκορπισμένες στο λεκανοπέδιο των Αρχανών, ίσως να αποτελούν τα υπολείμματα του είδους της βλάστησης που επικρατούσε. Γενικά οι ανθρώπινες επεμβάσεις ήταν και είναι λιγότερο έντονες στον Γιούχτα και η βλάστηση, αν και έχει χλωριδικά διαφορετική ποσοτική και ποιοτική σύσταση από ό,τι είχε παλαιότερα, διατηρεί αρκετά από τα αρχέγονα χαρακτηριστικά της. Έχουν καταγραφεί περίπου 360 διαφορετικά είδη φυτών εκ των οποίων τα 18 είναι ενδημικά της Κρήτης ή/και της Ελλάδας. Επικρατούν οι ξυλώδεις θάμνοι με μικρά χνουδωτά φύλλα και συχνά αγκαθωτούς βλαστούς (φρύγανα), φυτά χαρακτηριστικά της τυπικής μεσογειακής βλάστησης, όπως ο θύμιος, η αγκαραθιά, η αστοιβίδα, το χηνοπόδι. Τοπικά, υπάρχουν αείφυλλα-πλατύφυλλα είδη, όπως το πρινάρι και η χαρουπιά, που σε μερικά σημεία έχουν ημιδενδρώδη μορφή. Πολλά ποώδη φυτά που εμφανίζονται με τις πρώτες βροχές κάνουν καταπράσινο τον Γιούχτα μέχρι και την άνοιξη. Αρκετά είναι τα είδη που αναπτύσσονται στις απόκρημνες πλαγιές, όπως τα χασμόφυτα, και είναι τα μοναδικά που δεν έχουν επηρεαστεί από τον άνθρωπο. Ανάμεσά τους είναι και το δίκταμο, ο έβενος κ.ά.

Η πανίδα του Γιούχτα δεν έχει μελετηθεί ιδιαίτερα, αν και παρουσιάζει ενδιαφέρον από πολλές απόψεις, καθώς υπάρχουν είδη που ολοκληρώνουν το βιολογικό τους κύκλο εκεί, είδη που τον επισκέπτονται περιστασιακά και είδη που τον χρησιμοποιούν ως τόπο φωλιάσματος.

Ο αριθμός των ασπονδύλων ανέρχεται σε αρκετές εκατοντάδες, ενώ αρκετά είναι και τα ενδημικά. Χοχλιοί, σαρανταποδαρούσες, αράχνες, έντομα φυτοφάγα, σαρκοφάγα ή σαπροφάγα υπάρχουν παντού, ακόμα και στα βάθη των σπηλιών. Από αμφίβια έχουν παρατηρηθεί, στους πρόποδες κυρίως, η κιτρινομπομπίνα και ο δενδροβάτραχος. Τα ερπετά αντιπροσωπεύονται από ένα είδος σαύρας (Lacerta trilineata) και δύο είδη ακίνδυνων φιδιών, το σπιτόφιδο που στην Κρήτη το ονομάζουν και όχεντρα (ενώ δεν έχει καμία σχέση με την οχιά) και το γατόφιδο. Από θηλαστικά έχει πιστοποιηθεί η ύπαρξη συνολικά οκτώ ειδών, εκ των οποίων τρία είναι εντομοφάγα (η μικρορινολόφος νυχτερίδα, η μυγαλή, ο σκαντζόχοιρος) και τρία τρωκτικά (σπιτοποντικός, βραχοποντικός και αρουραίος), ένα λαγόμορφο (λαγός), τρία σαρκοφάγα (κρητικός ασβός ή άρκαλος, κρητικό κουνάβι ή ζουρίδα και κρητική νυφίτσα ή καλογιαννού).

Η ορνιθοπανίδα θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική, καθώς έχουν παρατηρηθεί περίπου σαράντα είδη πουλιών και είναι σημαντική για την αναπαραγωγή του όρνιου. Επίσης απαντώνται και άλλα σπάνια ή/ και απειλούμενα είδη όπως ο πετρίτης και ο μαυροπετρίτης. 

Ενδημικά φυτά της Κρήτης

Η Κρήτη είναι πλουσιότερη σε αριθμό φυτικών ειδών από όλα τα νησιά της Μεσογείου, εκτός της Σικελίας, η οποία όμως είναι τριπλάσια σε έκταση. Η χλωρίδα της Κρήτης αποτελείται από 1.800 περίπου είδη φυτών από τα οποία τα 180 είναι ενδημικά φυτά της Κρήτης, δηλαδή τα φυτά που συναντώνται στην Κρήτη και πουθενά αλλού στον κόσμο.

Το Τμήμα Βοτανικής του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Κρήτης - Πανεπιστήμιο Κρήτης, στην προσπάθεια του να αναδείξει τη χλωρίδα της Κρήτης και ιδιαίτερα τα ενδημικά και κινδυνεύοντα φυτά της Κρήτης, δημιούργησε την πρώτη «κιβωτό» ενδημικών φυτών στο όρος Γιούχτας.

Ο Γιούχτας με την ανθρωπόμορφη όψη, το ιερό όρος των Μινωιτών, με τους πολλούς αρχαιολογικούς χώρους, αποτέλεσε και αποτελεί ένα φυσικό καταφύγιο μιας πλούσιας χλωρίδας (380 είδη φυτών, από τα οποία τα 21 είδη είναι ενδημικά φυτά της Κρήτης), που σπάνια συναντούμε στην Ευρώπη. Από τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι στον Γιούχτα φύεται περίπου το 1/5 της Κρητικής χλωρίδας και το 1/11 των ενδημικών φυτών της Κρήτης. Αυτός είναι και ο λόγος, που η περιοχή έχει συμπεριληφθεί στον κατάλογο της Ευρωπαϊκής Ένωσης CORINE BIOTOPS, στους σημαντικούς βιοτόπους για τη διατήρηση στην Ευρώπη, ενώ έχει ενταχθεί και στο Δίκτυο ΝΑΤURA 2000, με κωδικό GR 4310002 «Γιούχτας-Φαράγγι Αγίας Ειρήνης».


Ιερό Κορυφής

Είναι ένα από τα σημαντικότερα ιερά κορυφής στη μινωική Κρήτη. Αποτελείται από τέσσερα βαθμιδωτά αναλήμματα με βωμό στο πρώτο, και μια σειρά από έξι δωμάτια που «βλέπουν» ανατολικά. Τα ευρήματα – αναθήματα είναι ιδιαίτερης αρχαιολογικής αξίας.